σπληνεκτομή

splenectomy

Η σπληνεκτομή είναι μια χειρουργική επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται μερικώς ή ολικώς ο σπλήνας, λόγω τραύματος, ασθενειών του αίματος, κακοήθων όγκων ή άλλων παθολογικών καταστάσεων. Ο σπλήνας είναι ένα σημαντικό όργανο του λεμφικού και ανοσοποιητικού συστήματος, που συμμετέχει στη φθορά των ερυθρών αιμοσφαιρίων, την αποθήκευση αιμοπεταλίων και την ανοσολογική άμυνα.

Η σπληνεκτομή είναι μια απαραίτητη χειρουργική επέμβαση, που απαιτεί δια βίου παρακολούθηση και πρόληψη λοιμώξεων λόγω της απώλειας του σπλήνα, ο οποίος διαδραματίζει βασικό ρόλο στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού.

Σοβαρός τραυματισμός του σπλήνα (π.χ. από τροχαίο ατύχημα, ρήξη λόγω πλήξης).
Αιματολογικές διαταραχές, όπως:

  • Δρεπανοκυτταρική αναιμία
  • Σφαιροκυττάρωση
  • Αυτοάνοση θρομβοπενική πορφύρα (ITP)
  • Κακοήθειες του αίματος (π.χ. λέμφωμα, λευχαιμία).
  • Σπληνομεγαλία (παθολογική διόγκωση του σπλήνα) που προκαλεί αιματολογικές ή κυκλοφορικές επιπλοκές.
  • Μολυσματικές ή φλεγμονώδεις καταστάσεις (π.χ. απόστημα σπλήνα, μολυσματική μονοπυρήνωση με ρήξη σπλήνα).

  • Ανακούφιση από αιματολογικές ή ανοσολογικές παθήσεις.
  • Αποτροπή αιμορραγίας σε περιπτώσεις τραύματος ή ρήξης σπλήνα.
  • Βελτίωση της ποιότητας ζωής σε περιπτώσεις υπερλειτουργικού σπλήνα (υπερσπληνισμός).

  • Ολική σπληνεκτομή: Αφαίρεση ολόκληρου του σπλήνα.
    Χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις σοβαρού τραύματος, κακοήθειας ή αιματολογικών παθήσεων.
  • Μερική (υποσύνολη) σπληνεκτομή: Αφαιρείται μόνο ένα τμήμα του σπλήνα, διατηρώντας τη λειτουργία του υπόλοιπου οργάνου.
    Επιλέγεται σε παιδιατρικούς ασθενείς ή σε περιπτώσεις όπου απαιτείται μερική διατήρηση της ανοσολογικής λειτουργίας.