τραχειοστομία

tracheostomy

Η τραχειοστομία είναι μια χειρουργική διαδικασία κατά την οποία δημιουργείται μία μόνιμη ή προσωρινή οπή στην τραχεία (τραχειοστομία), μέσω της οποίας τοποθετείται ένας σωλήνας τραχειοστομίας για να διασφαλιστεί η αναπνοή του ασθενούς όταν η φυσιολογική διέλευση του αέρα από τον ανώτερο αεραγωγό (στόμα και λάρυγγα) δεν είναι δυνατή ή επαρκής.

  • Οξεία απόφραξη του ανώτερου αεραγωγού (τραυματισμοί, όγκοι, σοβαρό λαρυγγικό οίδημα).
  • Παρατεταμένος μηχανικός αερισμός σε ΜΕΘ (π.χ. σε ασθενείς με αναπνευστική ανεπάρκεια).
  • Νευρομυϊκές παθήσεις που προκαλούν αναπνευστική δυσλειτουργία (π.χ. ALS, μυασθένεια).
  • Μετά από λαρυγγεκτομή (καρκίνος λάρυγγα).
  • Σοβαρό τραύμα στο πρόσωπο ή στο λαιμό που εμποδίζει τη φυσιολογική αναπνοή.

  • Βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας σε ασθενείς με αδυναμία αναπνοής μέσω της φυσιολογικής οδού.
  • Διευκόλυνση του μηχανικού αερισμού σε ασθενείς ΜΕΘ.
  • Μείωση του κινδύνου πνευμονίας σε σύγκριση με τη διασωλήνωση μέσω του στόματος.
  • Δυνατότητα ομιλίας και κατάποσης, εφόσον χρησιμοποιηθεί ειδική βαλβίδα ομιλίας.

  • Επείγουσα (Οξεία) τραχειοστομία: Πραγματοποιείται σε επείγουσες καταστάσεις όπου υπάρχει απόφραξη των αεραγωγών (π.χ. τραύμα, οίδημα, αλλεργική αντίδραση).
  • Ηλεκτική (Προγραμματισμένη) τραχειοστομία: Γίνεται σε ασθενείς με χρόνια αναπνευστικά προβλήματα ή σε ασθενείς ΜΕΘ που χρειάζονται παρατεταμένο μηχανικό αερισμό.
  • Μόνιμη τραχειοστομία: Εφαρμόζεται όταν απαιτείται δια βίου αναπνευστική υποστήριξη, όπως σε ασθενείς με καρκίνο του λάρυγγα ή προχωρημένες νευρομυϊκές παθήσεις.