Ο όρος αλλοίωση αναφέρεται σε οποιαδήποτε αλλαγή στη φυσιολογική δομή ή λειτουργία ενός ιστού ή οργάνου, που μπορεί να οφείλεται σε ασθένεια, τραυματισμό, λοίμωξη ή άλλες παθολογικές καταστάσεις. Οι αλλοιώσεις μπορεί να είναι ορατές ή μικροσκοπικές, και συχνά εντοπίζονται μέσω απεικονιστικών μεθόδων (όπως η ακτινογραφία, το υπερηχογράφημα ή η μαγνητική τομογραφία) ή μέσω βιοψιών και μικροσκοπικών εξετάσεων ιστών.
Οι αλλοιώσεις διακρίνονται σε διάφορους τύπους, όπως:
- Καλοήθεις αλλοιώσεις: Αλλαγές που δεν είναι καρκινικές, όπως κύστεις ή λιπώματα.
- Κακοήθεις αλλοιώσεις: Αλλαγές που υποδηλώνουν καρκίνο ή καρκινική ανάπτυξη.
- Φλεγμονώδεις αλλοιώσεις: Αλλοιώσεις που οφείλονται σε φλεγμονή ή λοίμωξη.
- Εκφυλιστικές αλλοιώσεις: Συνδέονται με τη φυσιολογική φθορά ιστών λόγω ηλικίας ή χρόνιων καταστάσεων, όπως στην οστεοαρθρίτιδα.
Οι αλλοιώσεις μπορεί να προκαλούν συμπτώματα ή να είναι ασυμπτωματικές, ανάλογα με το σημείο που βρίσκονται και τη φύση τους, και μπορεί να απαιτούν περαιτέρω αξιολόγηση ή θεραπεία.