Η αντιτοξίνη αναφέρεται σε ένα αντίσωμα ή σε μια χημική ουσία που αναγνωρίζει και εξουδετερώνει τις τοξίνες που παράγονται από βακτήρια ή άλλους μικροοργανισμούς. Συνήθως, η αντιτοξίνη παράγεται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως αντίδραση στην παρουσία μιας τοξίνης στον οργανισμό ή μπορεί να παραχθεί και τεχνητά σε εργαστηριακές συνθήκες.
Οι αντιτοξίνες χρησιμοποιούνται ως θεραπεία για να καταπολεμήσουν τις επιπτώσεις των τοξινών που προκαλούν ασθένειες όπως διφθερίτιδα, τετάνου και άλλες βακτηριακές λοιμώξεις. Αυτές οι αντιτοξίνες μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε προληπτικό ή θεραπευτικό επίπεδο για να μειώσουν τις σοβαρές συνέπειες από τις τοξίνες.
Παράδειγμα:
- Η αντιδιφθεριτική αντιτοξίνη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της διφθερίτιδας, εξουδετερώνοντας την τοξίνη που παράγεται από το βακτήριο Corynebacterium diphtheriae.
- Η αντιτετανική αντιτοξίνη χρησιμοποιείται για να εξουδετερώσει την τοξίνη του βακτηρίου Clostridium tetani σε περιπτώσεις τραυματισμών που μπορεί να οδηγήσουν σε τέτανο.
Οι αντιτοξίνες αποτελούν σημαντικό μέρος των θεραπευτικών επιλογών για λοιμώξεις που προκαλούν σοβαρές δηλητηριάσεις μέσω των τοξινών τους.