απλασία

aplasia

Η απλασία είναι η αποτυχία ανάπτυξης ενός ιστού ή οργάνου κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ή πρώιμης μεταγεννητικής ανάπτυξης. Σε αυτήν την κατάσταση, ο ιστός ή το όργανο είτε απουσιάζει εντελώς είτε είναι υποτυπωδώς σχηματισμένο, χωρίς τη φυσιολογική του λειτουργία. Η απλασία διαφέρει από την υποπλασία, όπου υπάρχει μερική ανάπτυξη του ιστού ή οργάνου, αλλά είναι επίσης ατελής ή ανεπαρκής.

Παραδείγματα και Εντοπισμοί: Παραδείγματα απλασίας περιλαμβάνουν την απλασία του μυελού των οστών (απλαστική αναιμία), όπου ο μυελός δεν παράγει επαρκή αιμοποιητικά κύτταρα, και την ωτική απλασία, όπου το εξωτερικό αυτί δεν αναπτύσσεται πλήρως.

Η απλασία μπορεί να προκληθεί από γενετικές ανωμαλίες, περιβαλλοντικούς παράγοντες κατά την κύηση (όπως έκθεση σε φάρμακα ή τοξίνες) ή από λοιμώξεις κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη.

Τα συμπτώματα εξαρτώνται από το συγκεκριμένο όργανο ή ιστό που δεν αναπτύχθηκε. Η απλασία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, ανάλογα με τη λειτουργία του επηρεαζόμενου ιστού, όπως αναιμία σε περιπτώσεις απλασίας του μυελού ή απώλεια ακοής σε περιπτώσεις απλασίας του αυτιού.

Η διάγνωση γίνεται μέσω απεικονιστικών μεθόδων, εργαστηριακών εξετάσεων και γενετικών δοκιμασιών, ανάλογα με την περίπτωση. Η θεραπεία επικεντρώνεται στην υποκατάσταση της λειτουργίας του ανεπαρκούς ιστού ή οργάνου και μπορεί να περιλαμβάνει μεταμοσχεύσεις, φαρμακευτική αγωγή ή συσκευές υποβοήθησης.