αζωθαιμία

azotemia

Η αζωθαιμία είναι ιατρικός όρος που αναφέρεται στην αύξηση της συγκέντρωσης αζωτούχων ενώσεων στο αίμα, κυρίως ουρίας και κρεατινίνης. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται συνήθως σε περιπτώσεις νεφρικής δυσλειτουργίας, όπου οι νεφροί δεν είναι σε θέση να απομακρύνουν αποτελεσματικά αυτές τις τοξικές ουσίες από το αίμα.

Οι κύριες αιτίες της αζωθαιμίας περιλαμβάνουν:

  • Νεφρικές παθήσεις, όπως η οξεία ή χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.
  • Αποφρακτικές συνθήκες, όπως η νεφρική πέτρα.
  • Αφυδάτωση ή σοβαρές λοιμώξεις που επηρεάζουν τη νεφρική λειτουργία
  • Αυξημένη παραγωγή αζωτούχων ουσιών λόγω διατροφικών παραγόντων ή μεταβολικών διαταραχών.

Η αζωθαιμία μπορεί να οδηγήσει σε διάφορα κλινικά συμπτώματα, όπως κόπωση, ναυτία, απώλεια όρεξης, φαγούρα και αδυναμία συγκέντρωσης. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές, όπως οξεία ή χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.

Η διάγνωση της αζωθαιμίας συνήθως περιλαμβάνει τη μέτρηση των επιπέδων ουρίας και κρεατινίνης στο αίμα, καθώς και άλλες εργαστηριακές εξετάσεις για να προσδιοριστεί η υποκείμενη αιτία.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι σημαντικές για την αποφυγή σοβαρών επιπλοκών που μπορεί να προκύψουν από τη νεφρική δυσλειτουργία.