Η χημειοπροφύλαξη (ή χημειοπροφύλαξη) είναι μια ιατρική παρέμβαση που περιλαμβάνει τη χρήση χημικών ουσιών (φαρμάκων) για την πρόληψη μολυσματικών ασθενειών ή άλλων παθήσεων. Αυτή η διαδικασία στοχεύει στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης λοιμώξεων ή επιπλοκών σε άτομα που μπορεί να είναι εκτεθειμένα σε παθογόνους μικροοργανισμούς ή σε καταστάσεις που ενδέχεται να οδηγήσουν σε ασθένειες.
Κύριοι Σκοποί Χημειοπροφύλαξης:
- Πρόληψη Λοιμώξεων: Χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις έκθεσης σε μολυσματικές ασθένειες (π.χ. μετά από τσιμπήματα από μολυσμένα έντομα ή σε άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με ασθενείς).
- Προστασία Ασθενών: Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργικές επεμβάσεις ή σε άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, για την αποτροπή λοιμώξεων.
- Προληπτική Χορήγηση Αντιβιοτικών: Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα αντιβιοτικά χορηγούνται προληπτικά σε ασθενείς που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης, όπως σε άτομα με καρδιολογικές ή αναπνευστικές παθήσεις.
Χημειοπροφύλαξη και Στρατηγικές
- Η χημειοπροφύλαξη μπορεί να περιλαμβάνει τη χορήγηση:
- Αντιβιοτικών (π.χ. για την πρόληψη πνευμονίας σε νοσοκομειακούς ασθενείς)
- Αντιϊικών Φαρμάκων (π.χ. για την πρόληψη λοιμώξεων από ιούς όπως ο HIV)
- Αντιπαρασιτικών Φαρμάκων (π.χ. για την πρόληψη της ελονοσίας σε ταξιδιώτες).
Η χρήση χημειοπροφύλαξης είναι συνήθως με βάση την κλινική εκτίμηση και τις οδηγίες των υγειονομικών αρχών.
