Η μαθησιακή δυσκολία στην ιατρική και εκπαιδευτική ορολογία αναφέρεται σε μια νευρολογική διαταραχή που επηρεάζει την ικανότητα ενός ατόμου να μαθαίνει και να επεξεργάζεται πληροφορίες. Αυτές οι δυσκολίες μπορεί να επηρεάζουν τη γραφή, την ανάγνωση, τα μαθηματικά, την οργάνωση ή και άλλες νοητικές δεξιότητες, παρά το γεγονός ότι το άτομο διαθέτει φυσιολογική ή και υψηλή νοημοσύνη.
Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι δια βίου καταστάσεις και συνήθως εκδηλώνονται κατά την παιδική ηλικία, συχνά κατά την είσοδο του παιδιού στο σχολείο. Οι πιο κοινές μορφές μαθησιακών δυσκολιών περιλαμβάνουν:
- Δυσλεξία: Επηρεάζει την ικανότητα ανάγνωσης, γραφής και ορθογραφίας.
- Δυσαριθμησία: Δυσκολίες στην κατανόηση και εκτέλεση μαθηματικών πράξεων.
- Δυσγραφία: Δυσκολία στη γραφή και στην οργάνωση γραπτού λόγου.
- Διαταραχή επεξεργασίας ακουστικών ή οπτικών πληροφοριών: Δυσκολίες στην κατανόηση και οργάνωση των ακουστικών ή οπτικών πληροφοριών.
Οι μαθησιακές δυσκολίες δεν οφείλονται σε έλλειψη κινήτρου, ανεπαρκή εκπαίδευση ή προβλήματα όρασης και ακοής. Η διάγνωσή τους γίνεται μέσω εξειδικευμένων τεστ και αξιολογήσεων, ενώ η διαχείριση περιλαμβάνει εξατομικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα και στρατηγικές υποστήριξης για τη βελτίωση των δεξιοτήτων του ατόμου.