Η μεταμόσχευση είναι η ιατρική διαδικασία κατά την οποία μεταφέρεται ένας ιστός ή ένα όργανο από έναν δότη (άτομο ή ζώο) σε έναν λήπτη (άτομο που το χρειάζεται), με σκοπό την αντικατάσταση ενός κατεστραμμένου ή μη λειτουργικού οργάνου ή ιστού στον λήπτη. Η μεταμόσχευση είναι συχνά σωτήρια και μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Τύποι μεταμοσχεύσεων:
- Αυτομεταμόσχευση (Autograft): Όταν ο ιστός ή το όργανο προέρχεται από το ίδιο το άτομο, όπως στη μεταμόσχευση δέρματος ή στην αυτομεταμόσχευση μυελού των οστών.
- Αλλομεταμόσχευση (Allograft): Όταν ο ιστός ή το όργανο προέρχεται από έναν άλλον άνθρωπο, που μπορεί να είναι ζωντανός ή αποβιώσας δότης.
- Ξενομεταμόσχευση (Xenograft): Όταν ο ιστός ή το όργανο προέρχεται από ζώο, όπως οι μεταμοσχεύσεις καρδιακών βαλβίδων από χοίρους.
Συνηθισμένα όργανα και ιστοί για μεταμόσχευση:
- Όργανα: Καρδιά, ήπαρ, νεφρά, πνεύμονες, πάγκρεας.
- Ιστοί: Δέρμα, κερατοειδής, οστά, τένοντες, μυελός των οστών.
Προκλήσεις και επιπλοκές:
- Απόρριψη μοσχεύματος: Το ανοσοποιητικό σύστημα του λήπτη μπορεί να αναγνωρίσει το μόσχευμα ως ξένο και να προσπαθήσει να το καταστρέψει.
- Χρησιμοποίηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων: Για την πρόληψη της απόρριψης, οι λήπτες πρέπει να λαμβάνουν φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας τον κίνδυνο λοιμώξεων.
- Έλλειψη μοσχευμάτων: Η ζήτηση για μοσχεύματα είναι μεγαλύτερη από τη διαθεσιμότητα, οδηγώντας σε λίστες αναμονής.
Η μεταμόσχευση αποτελεί ένα σημαντικό επίτευγμα της ιατρικής, προσφέροντας ευκαιρίες για ζωή και αποκατάσταση της υγείας σε άτομα με σοβαρές ή ανίατες ασθένειες οργάνων και ιστών.
