μονοκλωνικός

monoclonal antibody

Ο όρος μονοκλωνικός αναφέρεται σε κύτταρα ή μόρια που προέρχονται από έναν μόνο αρχικό (πρωτογενή) κλώνο κυττάρων, τα οποία έχουν την ίδια γενετική ταυτότητα και ταυτόσημα χαρακτηριστικά. Ο μονοκλωνικός όρος χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει μονοκλωνικά αντισώματα ή μονοκλωνικές κυτταρικές σειρές.

Μονοκλωνικά αντισώματα:

Τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι πρωτεΐνες που παράγονται από έναν μόνο τύπο ανοσοκυττάρου (ένα κλώνο Β-κυττάρου) και είναι ειδικά για έναν συγκεκριμένο στόχο (αντιγόνο). Τα μονοκλωνικά αντισώματα χρησιμοποιούνται ευρέως σε:

  • Θεραπείες για καρκίνο: Όπου στοχεύουν συγκεκριμένα καρκινικά κύτταρα.
  • Ανοσολογικές και αυτοάνοσες διαταραχές: Για την καταστολή συγκεκριμένων ανοσολογικών αντιδράσεων.
  • Διαγνωστικά τεστ: Χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση συγκεκριμένων ουσιών στο αίμα ή σε άλλους ιστούς.

Μονοκλωνική κυτταρική σειρά:

Ο όρος μπορεί να αναφέρεται και σε μονοκλωνικές καρκινικές κυτταρικές σειρές, όπως στη μονοκλωνική γαμμαπάθεια, όπου ένας κλώνος πλασματοκυττάρων πολλαπλασιάζεται υπερβολικά και παράγει μεγάλες ποσότητες πανομοιότυπης ανοσοσφαιρίνης. Αυτή η ανώμαλη παραγωγή μπορεί να είναι ένδειξη καρκίνου, όπως το πολλαπλό μυέλωμα.

Σημασία: Η μονοκλωνική προσέγγιση έχει ιδιαίτερη σημασία για την εξατομικευμένη ιατρική, επιτρέποντας τη στοχευμένη θεραπεία ασθενειών και τη μείωση των ανεπιθύμητων ενεργειών.