Η συστολή αναφέρεται στη διαδικασία μείωσης ή συρρίκνωσης του μεγέθους ενός ιστού ή οργάνου, συχνά μέσω της μυϊκής σύσπασης. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε διάφορους ιατρικούς και βιολογικούς τομείς, όπως:
- Μυϊκή Συστολή: Η διαδικασία κατά την οποία οι μυϊκές ίνες συστέλλονται, προκαλώντας κίνηση ή σταθεροποίηση των οργάνων και των μελών του σώματος. Αυτό είναι κρίσιμο για τη λειτουργία των σκελετικών μυών, της καρδιάς (καρδιομυϊκή συστολή) και των λείων μυών.
- Καρδιοαγγειακή Συστολή: Στη καρδιολογία, η συστολή αναφέρεται στην φάση της καρδιολογικής λειτουργίας κατά την οποία οι κοιλίες της καρδιάς συστέλλονται, προωθώντας το αίμα στα αγγεία. Η κανονική καρδιοαγγειακή συστολή είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της κυκλοφορίας του αίματος και της οξυγόνωσης των ιστών.
- Συστολή στην Αναπνοή: Αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία οι μυς του θώρακα και του διαφράγματος συστέλλονται, με αποτέλεσμα την εισπνοή αέρα στους πνεύμονες.
Η συστολή μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, όπως νευρικές σήματα, ορμόνες και ηλεκτρολυτική ισορροπία, και παίζει κρίσιμο ρόλο σε πολλές φυσιολογικές διαδικασίες του σώματος.
